βουρλιδεˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βουρλιδεˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βουρλιδεˬὰ ἡ, ἀμάρτ. βρουλλιδεˬὰ ΓΧατζιδ. ἐν Ἀθηνᾷ 28 (1916) Λεξικογρ. Ἀρχ. 114.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. βουρλίδι καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -εˬά.
Σημασιολογία
Τὸ φυτὸν βοῦρλο 1, ὃ ἰδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA