ἀναπάτημα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναπάτημα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀναπάτημα τό, Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀναπατῶ (ΙΙ).
Σημασιολογία
Ἡ ὑπὸ τοῦ ὀρθίου ἱσταμένου διαρκὴς μετακίνησις τῶν ποδῶν: Εἶdα ᾽ναι, μὰ τὸ Θεό σου, αὐτόνο δὰ τ᾿ ἀναπάτημα, δἑ bορεῖς νὰ σταθῇς ἥσυχος;
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA