βραχνερὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βραχνερὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
βραχνερὸς ἐπίθ. ΓΒλαχογιάνν. ἐν Προπυλ. 1,238 ΑΧριστοπ. Ποιήμ. 83 ΣΜαρτζώκ. Ποιήμ. 40 ΣΣκίπη Ἀγιὰ Βαρβάρ. 105 - Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. βραχνὸς καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ερός.
Σημασιολογία
1) Ὁ ἔχων φωνὴν βραγχώδη καὶ τραχεῖαν ΑΧριστόπ. ἔνθ’ ἀν.: Φλογέρες βραχνερές. Συνών. βραχνὸς 1. 2) Ὄχι διαυγὴς καὶ καθαρός, ἀλλὰ βραγχώδης καὶ τραχὺς ἔνθ’ ἀν.: Ἄγριες καὶ βραχνερὲς φωνὲς ΓΒλαχογιάνν. ἔνθ’ ἀν. Βραχνερὴ λαλιˬὰ ΣΜαρτζώκ. ἔνθ’ ἀν. Βραχνερὴ κραξιˬὰ ΣΣκίπης ἔνθ’ ἀν. Συνών. βραχνὸς 2.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA