ἀνάρτιν

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνάρτιν

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀνάρτιν ἐπίθ. οὐδ. Πόντ. (Οἰν.) ἀνάρτι Πόντ. (᾿Αμισ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ρ. ἀρτύζω, δι ὃ ἰδ. ἀρτύνω. Διὰ τὸν σχηματισμὸν ἰδ. ἌνθΠσπαδόπ. ἐν ᾽Αθηνᾷ 37 (1925) 167 κέξ.

Σημασιολογία

Τὸ ἁνάλατον, ἐπὶ φαγητοῦ : ᾿Ανάρτιν φαγεῖν Οἰν Συνών. ἀνάλιν. Πβ. ἀνάλιστος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/