βραχόσφαχτα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βραχόσφαχτα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

βραχόσφαχτα τά, Μέγαρ. Μεγίστ. Πελοπν. (Πυλ.) κ.ἀ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. βράχος καὶ τοῦ ἐπιθ. σφαχτός.

Σημασιολογία

Λέξις πεποιημένη ἄνευ ὡρισμένης σημασίας ἀπαντῶσα εἰς καθαρογλώσσημα ἔνθ᾽ ἀν.: Οὕλο τὸ βράχο πάαινα | κ᾽ ἔτρωγα βραχόσφαχτα βραχόσφαχτα βραχόσφαχτα | μὲ τὴν ξεροσκαστὴ σκαστὴ χουλιˬάρα Πυλ. Πβ. βραχόσπαρτα ἐν λ. βραχόσπαρτος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/