ἀνασυρτογαλοῦσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνασυρτογαλοῦσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀνασυρτογαλοῦσα ἐπίθ. θηλ. Δ.Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀνασυρτός, τοῦ οὐσ. γάλα καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –οῦσα, περὶ ἧς ἰδ. ἌνθΠαπαδόπ. ἐν ᾽Αθηνᾷ 37 (1925) 192.
Σημασιολογία
Ἀνασυρτογάλα, ὅ ἰδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA