βροχάδα (ΙΙ)
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βροχάδα (ΙΙ)
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
βροχάδα (ΙΙ) ἡ, Κρήτ. - ΝΠολίτ. Ἐκλογ. 174 - Λεξ. Βλαστ. 344.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βρόχος καὶ τῆς παραγωγικῆς κατακ. -άδα (Ι).
Σημασιολογία
Θηλειά, εἶδος παγῖδος διὰ τὰ πτηνὰ ἤ τὰ ζῷα ἔνθ’ ἀν.: Στένω βροχάδες γιˬὰ λαγοὺς Κρήτ. || ᾌσμ. Ἔχει ὁ καιρὸς γυρίσματα κιˬ ὁ χρόνος ἑβδομάδες, καὶ τὰ πουλλάκιˬα τ᾽ ἄγρια πιˬάνουνται’ς τοὶς βροχάδες ΝΠολίτ. ἔνθ’ ἀν. Καὶ ὅτι νά ’θε φτάξουνε κ᾿ ἐκεῖν᾽ οἱ τουρκοφᾶδες, ἤθελε μᾶσε πνίξουνε σὰν τσίχλες τσοὶ βροχάδες Κρήτ. Συνών. ἀδροβεργίδα, ἀνασπάδα, βροχαλιὰ 1, βρόχι (ΙΙ) 2, βροχιˬά, θηλε͜ιά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA