γιˬαλίτικος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γιˬαλίτικος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γιˬαλίτικος ἑπίθ. Κρήτ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ γιˬαλὸς καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ίτικος.
Σημασιολογία
Ὁ εὑρισκόμενος ἢ ἀνήκων εἰς τὸν γιˬαλόν. β) Ὑπὸ τὸν τύπ. ραδίκι γιˬαλίτικο, τὸ φυτὸν Κιχώριον τὸ ἀκανθῶδες (Cichorium spinosum), τῆς οἰκογεν. τῶν Συνθέτων (Compositae). Συνών. βλ. εἰς λ. γιˬαλαστοιβή.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA