γιˬαμὸς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γιˬαμὸς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γιˬαμὸς ὁ, Εὔβ. (Ἄκρ. κ.ἀ.) Ἤπ. - Λεξ. Μπριγκ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. γιˬαίνω.

Σημασιολογία

Κυριολ. καὶ μεταφ., θεραπεία, ἐπανόρθωσις ἔνθ’ ἀν.: Δὲν ἔ’ γιˬαμὸ αὐτὸ π’ μοῦ ᾿καμι Ἄκρ. Συνών. γιˬατρε͜ιά, γίˬατρεμός.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/