ἀνεμοτραυῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀνεμοτραυῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀνεμοτραυῶ μέσ. ἀνεμοτραυε͜ιέμαι ΣΜατσούκ. Γλυκοχαράμ. 38

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ οὐσ ἄνεμος καὶ τοῦ ρ. τραυῶ.

Σημασιολογία

Μέσ. παρασύρομαι ἐδῶ καὶ ἐκεῖ, ταλαιπωροῦμαι ὑπὸ τοῦ ἀνέμου: Ποίημ. Κιˬ ὅντας ἀνεμοδέρνεσαι κιˬ ἀνεμοτραυε͜ιέσαι κιˬ ἀκούς τόν ἄνεμο κιˬ ἀχεῖ παράξενα τραγούδιˬα. Πβ. ἀνεμοδέρνω 2.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/