ἀνεμοχάψιμο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνεμοχάψιμο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀνεμοχάψιμο τό, ΣΠερεσιάδ. Βασίλισσ. ἀνθ. 4
Ετυμολογία
Εκ τοῦ ρ. ἀνεμοχάφτω.
Σημασιολογία
Ταχεῖα κατάποσις: Ἀγάπη μιˬὰ φορά, ἔ, σωστὸ ἀνεμοχάψιμο!
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA