ἀνθοστρωμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνθοστρωμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀνθοστρωμένος ἐπίθ. Γστρατήγ. Τραγούδ. τοῦ σπιτ. 47
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄνθος καὶ τοῦ στρωμένος μετοχ. τοῦ ρ. στρώνω.
Σημασιολογία
Στρωμένος μὲ ἄνθη: Ποίημ. Ἐκεῖ ’ς τὰ πουπουλένιˬα σας κιˬ ἀνθοστρωμένα στήθη πίνω βοτάνι μαγικὸ ποῦ μὲ κερνᾷ ἠ λήθη.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA