γάγκασμαν
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γάγκασμαν
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γάγκασμαν τό, Πόντ. (Κερασ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. γαγκάζω.
Σημασιολογία
Κλαυθμὸς νηπίων. Συνών γαγκάνισμαν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA