ἄψευτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄψευτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄψευτος ἐπίθ. Λεξ. Πρω. ἄψευτες Σκῦρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ μεταγν. ἐπιθ. ἄψευστος.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ λέγων ψεύδη, φιλαλήθης ἔνθ’ ἀν.: Ὁ δεῖνα ἔναι ἄψευτες Σκῦρ. Ἔναι πολὺ καλὸ παιδί, ἄψευτο τσαὶ νοικοτσερόπ’λλο αὐτόθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/