ἀνταρεμὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνταρεμὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
ἀνταρεμὸς ὁ, ΠΒλαστοῦ Ἀργὼ 302.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀνταρεύω.
Σημασιολογία
Ἀντάρεμα, ὃ ἱδ.: Ποίημ. Δρασκελῶντας σὰν ἀγρίμι μὲ γρουξιˬὰ κιˬ ἀνταρεμὸ τρέχει ὁ Χάρως μακελλάρις ματωμένος...
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA