γαˬιδουρόμηλον

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γαˬιδουρόμηλον

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

γαˬιδουρόμηλον τό, Πόντ. (Τραπ.) γαουρόμηλον Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. γαιˬδούρι καὶ μῆλον, δι᾿ ὃ ἰδ. μῆλο.

Σημασιολογία

1) Εἶδος μήλου μεγάλου Πόντ. (Τραπ.) 2) Εἶδος μήλου κακῆς ποιότητος Κύπρ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/