ἀντιβεργίζω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντιβεργίζω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀντιβεργίζω ἀμάρτ. ἀντιβεργάω Στερελλ. (Γαρδίκ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ τοῦ ρ. βεργίζω.
Σημασιολογία
Λυγίζω, κλίνω: ᾎσμ. ’Αντιβεργάει ὁ κάλαμος, φιλεῖ τὸ κυπαρίσσι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA