γαληνισία
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γαληνισία
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γαληνισία ἡ, Πόντ. (Οἰν)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. γαληνίζω.
Σημασιολογία
Γαλήνη θαλάσσης, νηνεμία. Συνών. γαλήνη 1, γαληνιˬά, γαλήνισμα 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA