ἀσβόλι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσβόλι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀσβόλι τό, Γ. Κρεμμύδ. Ἀκολουθ. διατριβ. 5
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀσβόλη.
Σημασιολογία
Σκότωσις, ζάλη.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA