ἀσημοδένω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσημοδένω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀσημοδένω ἀμάρτ. ἀσημουδένου Μακεδ. (Καταφύγ. Νάουσ. Σιάτ. Χαλκιδ. κ.ἀ.) ἀσ᾽μουδένου Μακεδ. (Καταφύγ. Ναουσ. Σιάτ. Χαλκιδ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀσήμι καὶ τοῦ ρ. δένω. Ἡ λ. καὶ ἐν ἐγγράφω Προκονν. τοῦ ἔτους 1735 «ἀσημοδέσαμεν τὴν Θαυματουργὸν Καναλιώτισσαν τὴν Παναγίαν μας».
Σημασιολογία
1) Ποικίλλω, κοσμῶ δι᾽ ἀργύρου ἔνθ᾽ ἀν.: Ἀσ᾽μόδισαν τ᾽ν εἰκόνα Νάουσ. 2) Κοσμῶ Μακεδ. (Νάουσ. Σιάτ. Χαλκιδ.): Τ᾽ν ἀσ᾽μόδισαν ἀποὺ φλουρὶ Νάουσ. || ᾌσμ. Ἰδῶ σὶ τούτην τὴν αὐλὴ τἠν ἀσημουδιμένη, ᾽ἰδῶ ᾽χουν χίλιˬα πρόβατα κὶ τρεῖς χιλιˬάδες ᾽ίδιˬα (᾽ίδιˬα = γιδια) Σιάτ. Νὰ τοὺν ἀσημόδινα μὶ μάλαμα, νὰ τοὺν φλουρουκάπνιζα μὶ τοὺ φλουρι Χαλκιδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA