ἀσημολόγαρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσημολόγαρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀσημολόγαρα τά, ἀμάρτ. ἀσημιλούαρα Κάρπ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀσήμι καὶ λογάρι.

Σημασιολογία

Ἀργυρᾶ καὶ χρυσᾶ νομίσματα: ᾌσμ. Μακάρι καὶ νὰ ᾽άνειζε τ᾽ ἀσημιλούαρά της, ἀμ-μὲ ᾽ανείζει τὸ φιλεῖ κ᾽ ἐσέναν ἐντροπιˬάζει.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/