ἀντιδωροφαγωμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντιδωροφαγωμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀντιδωροφαγωμένος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀdιdεροφαωμένος Κρήτ (Ἔμπαρ.) ἀdιτεροφαωμένος Κρήτ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἀντίδωρο (ΙΙ) καὶ τοῦ φαγωμένος μετοχ. τοῦ ρ. τρώγω.
Σημασιολογία
Ὁ φαγὼν ἀντίδωρον: Ἄθρωπος μυρωμένος, βαφτισμένος, τσῆ Μεγάλης Πέφτης κοινωνισμένος, τσῆ Μεγάλης Παρασκευῆς ἀdιdεροφαωμένος (ἐξ ἐπῳδ.) Ἔμπαρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA