ἀσημόφυλλο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσημόφυλλο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Τυπολογία

ἀσημόφυλλο τό, ΜΤσιριμώκ. Σονέττ. 73.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. ἀσήμι καὶ φύλλο.

Σημασιολογία

Φύλλον δένδρου ἀργυρόχρουν: Ποίημ. Τῆς λεύκας τ’ ἀσημόφυλλα μ᾿ αἰώνιˬα χαιδάκιˬα τὰ φιλεῖ ὁ γλυκὸς ἀέρας.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/