ἀσκημότη

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσκημότη

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀσκημότη ἡ, ἐνιαχ. ἀκεμότε Πόντ. (Σαντ. Χαλδ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄσκημος.

Σημασιολογία

1) Δυσμορφία ἔνθ’ ἀν. 2) Κακόν, ἠθικῶς ἐπίμεμπτον ἔργον ἔνθ᾽ ἀν.: Εὐτάγω ἀκεμότας (κάμνω κτλ.) Χαλδ. Συνών ἀσκημιˬά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/