βαρβάρης
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βαρβάρης
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
βαρβάρης ἐπίθ. βερβέρης Θήρ. Κρήτ. Θηλ. βερβέρα Θήρ. Κρήτ.
Ετυμολογία
Λέξις ὀνοματοποιημένη. Ἰδ Κορ. Ἄτ. 4, 53. Τὸ βερβέρης καὶ παρὰ Σομ.
Σημασιολογία
1) Ὁ μὴ δυνάμενος νὰ ὁμιλήσῃ εὐκρινῶς, τραυλὸς Κρήτ. Ἡ σημ. καὶ παρὰ Σομ. 2) Φλύαρος Θήρ. Κρήτ. Συνών. βαρβάρα 1β, *βαρβαριστής, βαρδάρις.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA