γοργοκύλημα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γοργοκύλημα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γοργοκύλημα τό, Ι. Πολέμ., Χειμώνανθ.2, 61.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. γοργοκυλῶ.
Σημασιολογία
Τὸ ταχύ, γρήγορο κύλημα: Ποίημ. Κυλάει ὁ χρόνος σὰν νερό, τρέχ᾽ ἡ ζωὴ σιμά του καὶ σέρνει κάθε μας χαρὰ ᾽ς τὸ γοργοκύλημά του.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA