γοργοπαίξιμο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γοργοπαίξιμο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γοργοπαίξιμο τό, Α. Καρκαβίτσ., Λόγ. πλώρ., 55 - Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γοργὸς καὶ τοῦ οὐσ. παίξιμο.
Σημασιολογία
Ἡ ταχεῖα, ἡ ζωηρὰ παιδιά: Ἔβλεπα ἐκεῖνο τὸ γοργοπαίξιμο.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA