ἀντιπροπέρσινος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντιπροπέρσινος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀντιπροπέρσινος ἐπίθ. κοιν. ἀντιπριˬοπέρσινος Ρόδ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ. τοῦ ἐπιθ. προπέρσινος ἢ ἐκ τοῦ επιρρ ἀντιπρόπερσι.
Σημασιολογία
Ὁ άντιπροπέρυσι λαβὼν ὕπαρξιν, ὁ πρὸ τριῶν ἐτῶν γενόμενος: Ἡ ἀντιπροπέρσινη σοδε͜ιά. Ἀντιπριˬοπέρσινο σιτάρι Ρόδ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA