ἀντίπροχτες
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀντίπροχτες
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀντίπροχτες ἐπιρρ. κοιν. ἀdίπροχθες Κρήτ. (Ἔμπαρ.) ἀdίπροθες Κρήτ. (Βιάνν.) ἀdίπροχτες Κύθηρ. Σύμ. κ. ἀ. ἀdίπρουχτις Σάμ. ἀdίπρουχτι Λέσβ. ἀντιπροχτὲς Ἤπ. Πελοπν. (Βούρβουρ. Κορινθ.) κ. ἀ. ἀντιπρουχτὲς Ἤπ. (Ζαγόρ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀντὶ καὶ. τοῦ ἐπιρρ. προχτές.
Σημασιολογία
1) Τὴν προηγουμένην ἡμέραν τῆς προχθές, πρὸ τριῶν ἡμερῶν κοιν.: Ἀdίπροθες τὸν εἴδαμε σὲ μιˬὰν ἐλα͜ιὰ ᾿ποκάτω Βιάνν. Ἦρθα ’πὸ τὸ ταξίδι ἀdίπροχθες Ἔμπαρ. Ἀντιπρουχτὲς ἦρθα σπίτ’ σ’ Ἤπ. (Ζαγόρ.) Συνών. ἀντίπροψες 2. 2) Καθόλου, τὸν προηγούμενον χρόνον, κατὰ τὸ παρελθὸν Εὔβ. (Κονίστρ. Κύμ. κ. ἀ.): Φρ. Προχτὲς τσιˬ ἀντίπροχτες (πρὸ δύο ἢ τριῶν ἢ καὶ πλειόνων ἡμερῶν).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA