ἀν-τρὲς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀν-τρὲς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Τυπολογία
ἀν-τρὲς ὁ, σύνηθ. ἀν-τρὲ τό, σύνηθ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ Γαλλ. entrée.
Σημασιολογία
Διάδρομος οἰκίας σύνηθ.: Κάθομαι-μπαίνω ᾿ς τὸν ἀν-τρὲ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA