ἀξέραστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀξέραστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀξέραστος ἐπίθ. πολλαχ. καὶ Πόντ. (Τραπ.) ἀξέραγος Πόντ. (Τραπ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *ξεραστὸς<ξερνῶ.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ἐκβληθεὶς τοῦ στομάχου δι᾿ ἐμετοῦ ἔνθ’ ἀν. ᾽Εφαε μῆλον ὁ ἄρρωστον κι ἀξέραστον ἐπέμ’νεν (ἀπέμεινε) Τραπ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/