ἀπανθίζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπανθίζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀπανθίζω ἀμάρτ. ᾿ποθ-θίζω Ρόδ. ᾿ποτ-τίζω Ρόδ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. ἀνθίζω, δι’ ὃ ἰδ. ἀνθῶ.

Σημασιολογία

Παύω νὰ φέρω ἄνθη, νὰ ἀνθοφορῶ: ᾽Ποτ-τίζει τὸ δέντρο.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/