βασιλοστάφυλο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βασιλοστάφυλο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
βασιλοστάφυλο τό, ᾿Ορφανίδ. Γεωπον. 1,24.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. βασιλεˬὰς καὶ σταφύλι.
Σημασιολογία
Σταφυλὴ μὲ ρῶγας μεγάλας καλλιεργουμένη εἰς ἀναδενδράδας.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA