βασιλόστριδο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βασιλόστριδο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

βασιλόστριδο τό, ἀμάρτ. βασιλόστρουδο Κέρκ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. βασιλεˬάς καὶ στρίδι.

Σημασιολογία

Ὄστρεον τῆς τάξεως τῶν λεπιδοβραγχίων, τῆς οἰκογενείας τῶν Ἀφροδιτῶν (Venus).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/