βατοκρυμμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βατοκρυμμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
βατοκρυμμένος ἐπίθ. Θεσσ. (Ἁλμυρ.) Πελοπν. (Μεσσ. Παππούλ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. βάτος καὶ τοῦ κρυμμένος μετοχ. τοῦ ρ. κρύβω.
Σημασιολογία
Ὁ μακρὰν τῶν ἀνθρώπων μένων, ἀκοινώνητος (ἐκ μεταφ. τῶν εἰς τὰς βάτους κρυπτομένων πτηνῶν).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA