ἄστερχτα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἄστερχτα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἄστερχτα ἐπίρρ. Λεξ. Δημητρ. ἄστρεχτα ΠΒλαστοῦ Ἀργὼ 132 ἄστρεγα ΠΒλαστοῦ Ἀργὼ 208 ἄστρεα Νάξ. (Ἀπύρανθ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπίθ. ἄστερχτος.
Σημασιολογία
1) Ἀπαράδεκτα Νάξ. (Ἀπύρανθ.) - Λεξ. Δημητρ.: Ὤ βολεὰ τὴν ἤρριξες, ἄστρεα, δὲ dὴ στρεούμεστα! (ἐπὶ ἀντικανονικῆς βολῆς κατὰ τὸ παιγνίδιον τῆς σφαίρας). 2) Ἀκουσίως ΠΒλαστὸς ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Καὶ μὲ τὸ γέλιˬο σου ἄστρεχτα ξελύθηκε ἡ βασκάνιˬα ἔνθ’ ἀν. 132.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA