ἀστριτσοχιˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀστριτσοχιˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀστριτσοχιˬὰ ἡ, Ἤπ. -Λεξ. Δημητρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῶν οὐσ. ἀστρίτσι καὶ ὀχιˬά.
Σημασιολογία
Ὁ ὄφις ἀστρίτης 1, ὃ ἰδ., ἔνθ’ ἀν.: Γνωμ. Ἄν σὲ φάῃ ἀστριτσοχιˬά, | σύμμασε βοτανικά. Ἤπ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA