γραμπαλώνω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γραμπαλώνω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

γραμπαλώνω ἀμάρτ. γραbαλώνω Κεφαλλ. (Ἀργοστόλ. κ.ἀ.) ἀγραμπαλώνω Π. Βλαστ., Ἀργὼ 48, 335 ἀγραbαλώνω Κεφαλλ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γράμπαλο.

Σημασιολογία

Ἐνεργ καὶ μέσ. 1) Δράττομαι διὰ τῶν ὀνύχων, ἀναρριχῶμαι Κεφαλλ. (Ἀργοστόλ.) Π. Βλαστ., ἔνθ᾽ ἀν.: Ἐγραbάλωσε ᾽ς τὸ δέdρο Ἀργοστόλ. || ᾎσμ. Ὦ κάστρο τῆς Καρύταινας, ἐσὺ τὸ μαγεμένο ᾽ρημόκαστρο ᾽ποὺ τοὺς γκρεμοὺς ὁλόρθο ἀγραμπαλώνεις Π. Βλαστ., ἔνθ᾽ ἀν. Συνών. γραμπαλεύω, γραπώνω. 2) Περιπλέκομαι εἰς ἀκανθώδεις θάμνους Κεφαλλ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/