ἄστρουλλας

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄστρουλλας

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἄστρουλλας ὁ, ΣΣκίπη Νύχτ. πρωτομ. 51.

Ετυμολογία

Μεγεθ. τοῦ οὐσ. ἀστρούλλι διὰ τῆς καταλ. -ας.

Σημασιολογία

Ὁ ἀστὴρ ἕσπερος: ᾿Ακόμα εἶναι πολὺ νωρίς, δὲ βλέπεις τὸν ἄστρουλλα ποῦ δὲ βασίλεψε ἀκόμα; Συνών. ἀποσπερινὸς 2α, ἀποσπερίτης 1, ἀπόσπερος 2, ἀστροφεγγίτης.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/