γραφίτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γραφίτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γραφίτης ὁ, λόγ. σύνηθ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ Γαλλ. graphite = εἶδος κρυσταλλικοῦ ἄνθρακος.

Σημασιολογία

Ὀρυκτὸς ἄνθραξ, ὅστις κονιοποιούμενος χρησιμοποιεῖται εἰς τά χυτήρια.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/