γράφτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γράφτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γράφτης ὁ, Ἀθῆν. Ναύστ. Πειρ. Πελοπν. (Βούρβουρ.) γραφτὴς Χίος (Πυργ.) Θηλ. γράφτρα Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. γράφω. Ὁ τύπ. γραφτὴς κατ᾽ ἀναλογ. πιθαν. πρὸς τὸ μαθητής.

Σημασιολογία

1) Ὁ γράφων, ὁ συγγραφεύς Στερελλ. (Αἰτωλ.) Χίος (Πυργ.): Ἡ γάττα λέιτι γράφτρα, γιˬατ᾽ κεῖ π᾽πιρπατάει γράφ᾽ μὶ τὰ πουδάριˬα τ᾽ς Αἰτωλ. 2) ᾽Εργαλεῖον εἰς χρῆσιν τῶν γλυπτῶν, μηχανουργῶν, ξυλουργῶν, διά τοῦ ὁποίου χαράσσουν εὐθείας γραμμὰς ἐπὶ ξύλων, λίθων ἢ μετάλλων Ἀθῆν. Ναύστ. Πελοπν. (Βούρβουρ.): Πᾶρε αὐτὸ τὸ ξύλο καὶ τραύηξε μὲ τὸ γράφτη ἀκριβῶς ὅσο χρειάζεται καὶ ξεχόντρυνέ το μὲ τὸ χοντρορρόκανο Ναύστ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/