ἀσφοδελιˬάζω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσφοδελιˬάζω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀσφοδελιˬάζω ἀμάρτ. ἀσφεdρουλιˬάζω Κρήτ. (Σητ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀσφοδέλι.

Σημασιολογία

Πληροῦμαι ἀσφοδέλων: Ἐσφεdρούλιˬασ᾿ ὁ τόπος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/