γυˬαλίζα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυˬαλίζα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γυˬαλίζα ἡ, ἐνιαχ. γυˬαλ-λίζ-ζα Κῶς κ.ἀ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀμαρτ. ἐπιθ γυˬαλίζης.

Σημασιολογία

Ὁ ἰχθὺς Ἰουλὶς ἡ τουρκικὴ (Iulis turcica) τῆς οἰκογ. τῶν Ἰουλιδῶν (Iulidae) ἔνθ᾽ ἀν.: Ἤρριξεν dὴν ἀπετον-νιˬὰν ὁ Μᾶρκος τσ᾽ ἤπιˬαμ-μιˬὰ γ-γυˬαλ-λίζ-ζα Κῶς. Συνών. βλ. εἰς λ. γύλλος 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/