ἀπεκειχάμω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπεκειχάμω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀπεκειχάμω ἐπίρρ. πολλαχ. ἀποκειχάμω πολλαχ. ἀποκειχάμου ἐνιαχ. ᾽πουτειχαμαὶ ΓΤσόκκ. Πνιγμὸς 4 ᾿ποτσειαμαὶ Κύπρ. ’πουτσειαμαὶ Κύπρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν ἐπιρρ. ἀπεκεῖ καὶ χάμω, παρ᾽ ὃ καὶ χαμαί.
Σημασιολογία
Ἀπεκεῖ, ἐκεῖθεν ἔνθ’ ἀν.: Σήκω ἀποκειχάμω πολλαχ. Φύε ᾿πουτσειαμαί, γιˬατὶ ᾽εν-νὰ σοῦ κλοτσήσῃ ἡ γαούρα Κύπρ. || Ποίημ. Ἐγύρισεν ᾿πουτειχαμαὶ τ’ ἦρτεν εἰς τὸ χωρκόν του ΓΤσόκκ. ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA