ἀπεσωθεˬὸ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπεσωθεˬὸ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπεσωθεˬὸ ἐπίρρ. ἀμάρτ. ἀπ-πεσ-σωθεˬὸν Κύπρ. ἀπ-πεσ-σωθκεˬὸν Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἀπέσω, παρ’ ὃ καὶ ἀπ-πέσ-σω, καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ –θεˬό.

Σημασιολογία

Ἐντὸς, μέσα: Ἦταν ἀπ-πεσ-σωθεὸν τῆς πόρτας τσαὶ ἔν εἶδα τον. Ἀντίθ. ἀπέξωθεν 2.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/