ἀπηγάνι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπηγάνι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀπηγάνι τό, ἀμάρτ. πηγάνι ΠΓεννάδ. 853 πεάνι Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀπήγανος. παρ᾿ ὃ καὶ πήγανος καὶ πέανος.

Σημασιολογία

Ἀπήγανος, ὃ ἰδ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/