γυμνοκαλαμιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυμνοκαλαμιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γυμνοκαλαμιˬά ἡ, ἐνιαχ. γυμνουκαλαμιˬὰ Μακεδ. (Βελβ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γυμνὸς καὶ τοῦ οὐσ. καλαμιˬά.

Σημασιολογία

Ἡ μετὰ τὸν θερισμὸν ὑπολειπομένη εἰς τὸν ἀγρὸν καλάμη ἔνθ᾽ ἀν. Συνών. ἀποκαλαμιˬὰ (βλ. ἀποκαλαμεˬά), ἀποκάλαμη, ἀποκάλαμο 1, ἀποθεριˬὰ 2, καλαμιˬά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/