δαμαλοῦ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δαμαλοῦ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

δαμαλοῦ ἡ, Κύπρ. γαμαλοῦ Κύπρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. δαμάλι διὰ τῆς ὑποκορ. καταλ. -οῦ, διὰ τὴν ὁπ. βλ. Σ. Μενάρδ, Ἐπιστημ. Ἐπετ. Πανεπ. 9 (1912|13), 139.

Σημασιολογία

Ἡ μικρὰ δάμαλις. Συνών. δαμαλούλα. Ἡ λ. ὑπὸ τὸν τύπ. Δαμαλοῦ καὶ ὡς τοπων. Χίος (Βολισσ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/