δασκαλοκαθέδρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
δασκαλοκαθέδρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
δασκαλοκαθέδρα ἡ, Σίφν. - Α. Παπαδιαμ., Πεντάρφ,. 70 Νοσταλγ., 30 Ρόδιν. ἀκρογιάλ, 17 Α. Καρκαβίτσ. εἰς Ν. Ἑστ. 21 (1937), 341 δασκαλουκαθέδρα Ἤπ. (Κουκούλ.) σκαλοκαθέδρα Ἤπ. σκαλουκαθέδρα Ἤπ. (Ζαγόρ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. δάσκαλος καὶ καθέδρα. Ὁ τύπ. σκαλοκαθέδρα ἐξ ἀποβολῆς τῆς συλλαβῆς δα, πιθαν. ἐκ παρετυμ. πρὸς τὸ σκαλὶ καὶ καθέδρα.
Σημασιολογία
Ἡ ἕδρα τοῦ διδασκάλου ἔνθ᾿ ἀν.: Ὥς κὶ τ᾿ δασκαλουκαθέδρα μᾶς εἶχαν κάψ᾿ τότι οἱ Ἰταλοί, ὅντας ἔρθαν ἕνα βραδ᾿ ᾿ς τοῦ χουριˬὸ κὶ κοιμήθ᾿καν ᾿ς τοῦ σκουλε͜ιὸ Ἤπ. (Κουκούλ.) Μπροστά ᾿ς τὴ δασκαλοκαθέδρα, τοῦ εἶπε, χαιˬδεύοντας μιˬὰ μακριˬὰ βέργα ἀπὸ ἀχλαδιˬὰ Α. Καρκαβίτσ., ἔνθ᾿ ἀν. Τί δραστήριος (ἐνν. ὁ δάσκαλος)! Τοῦ κλέφταμε τὴ βέργα ἀπὸ τὸ χέρι, ἐνῶ ἐκοιμᾶτο ἐπάνω ᾿ς τὴ δασκαλοκαθέδρα Α. Παπαδιαμ., Ρόδιν. ἀκρογιάλ., ἔνθ᾿ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA