γλυκοκυδωνιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκοκυδωνιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γλυκοκυδωνιˬά ἡ, Πελοπν. (Βάλτ. Βερεστ. Γαργαλ. Κοντογόν. Λογγ. Μαργέλ. Μηλιώτ. Παιδεμέν. Παππούλ. Ποταμ. Χατζ. κ.ἀ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. κυδωνιˬά.

Σημασιολογία

Ποικιλία τοῦ δένδρου Κυδωνέα ἡ κοινὴ (Cydonia vulgaris) τῆς οἰκογ. τῶν Ροδιδῶν (Rosaceae) ἔνθ’ ἀν.: Ἔε͜ιχαμε νιˬὰ γλυκοκυδωνιˬὰ ᾿ς τὸ περβόλι μας καὶ δυˬὸ λειˬμονιˬὲς Πελοπν. (Γαργαλ.) Ἔκοψα κάνα - δυˬὸ γλυκοκύδωνα ᾿πὸ τὴ γλυκοκυδωνιˬὰ μου αὐτόθ. Ἔχουμ᾿ ἕνα χωράφι γλυκοκυδωνιˬὲς Πελοπν. (Παππούλ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/